Η γραπτή δοκιμασία, ως τρόπος ελέγχου της γνώσης του μαθητή, αποτελεί από μόνη της ένα σημαντικό κεφάλαιο στην εκπαιδευτική διαδικασία. Πολλές φορές οι μαθητές λόγω έλλειψης τακτικής και σχεδίου δράσης αδικούν τους εαυτούς τους γράφοντας πολύ χαμηλότερα από αυτό που πραγματικά μπορούν και αξίζουν. Καλό θα ήταν λοιπόν να γνωρίζουν τις παρακάτω τεχνικές διαχείρισης γραπτής δοκιμασίας. 

Καταρχήν, χρησιμοποιούμε ρολόι και χωρίζουμε το διαγώνισμα σε ίσα χρονικά μέρη. Αν για παράδειγμα σε ένα διαγώνισμα, έχουμε τέσσερα θέματα και διαθέσιμο χρόνο τρεις ώρες, τότε σε κάθε θέμα αναλογούμε 45 λεπτά. 

Ξεκινώντας την γραπτή δοκιμασία, ελέγχουμε το ρολόι μας και έχουμε στο μυαλό μας ότι για το πρώτο θέμα έχουμε στην διάθεσή μας 45 λεπτά. Μόλις τελειώσουμε το πρώτο θέμα, ελέγχουμε την ώρα και ότι χρονικό κέρδος έχουμε από το πρώτο θέμα το προσθέτουμε στο δεύτερο θέμα και ούτω κάθε εξής. Έτσι αν για παράδειγμα κερδίσαμε 15 λεπτά από το πρώτο θέμα, τότε για το δεύτερο θέμα θα έχουμε στην διάθεσή μας 45 + 15 = 60 λεπτά. Αυτό μας δίνει την ηρεμία να ασχοληθούμε με το δεύτερο και κάθε επόμενο θέμα χωρίς το άγχος του χρόνου και να επιμένουμε αν χρειαστεί σε κάποιο υποερώτημα το οποίο δυσκολεύει. 

Καλό είναι ένα υποερώτημα που μας δυσκολεύει να μην το παρατάμε βιαστικά και να πηγαίνουμε παρακάτω, αφήνοντάς το για το τέλος διότι πολλές φορές κατά αυτόν τον τρόπο φτάνουμε στο τέλος και έχουμε αφήσει περισσότερα άλυτα υποερωτήματα απ’ όσα έχουμε λύσει. Επιπλέον το κάθε θέμα έχει μία λογική, μία αλληλουχία και έναν ειρμό σκέψης τον οποίο χάνουμε φεύγοντας από το θέμα. Άρα, μένουμε αρκετή ώρα σε ότι μας δυσκολεύει και προσπαθούμε για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, φτάνει να μην ξεπεράσουμε τα χρονικά όρια που έχουμε εξαρχής θέσει για το συγκεκριμένο θέμα. Εμπειρικά σε ένα τρίωρο διαγώνισμα 15 – 20 λεπτά είναι ο μέγιστο χρόνος ενασχόλησης με κάποιο υποερώτημα. Το κάθε υποερώτημα καλό είναι να ξέρουμε επίσης ότι συνήθως συνδέεται τόσο με τα προηγούμενα όσο και με τα επόμενα. Άρα αν τελικά ένα υποερώτημα δεν καταφέρουμε να το λύσουμε, μπορούμε να το θεωρήσουμε δεδομένο για τα υπόλοιπα υποερωτήματα του θέματος. 

Επιπλέον να τονίσουμε ότι σε ένα διαγώνισμα κάνουμε επί τοις ουσίας μία συλλογή μορίων και όχι κάτι παραπάνω από αυτό. Αν δηλαδή για παράδειγμα δεν μας βγαίνει το πρώτο υποερώτημα ενός θέματος αυτό δεν πρέπει να μας κάμπτει την ψυχολογία και να παρατάμε το θέμα. Με ψυχραιμία και αυτοέλεγχο προχωράμε να μαζέψουμε όσα περισσότερα μόρια μπορούμε από αυτό το θέμα. 

Επίσης ο αύξων αριθμός του κάθε θέματος δεν είναι απαραίτητα συνδεδεμένος με τον βαθμό δυσκολίας του θέματος. Μπορεί να υπάρξει για παράδειγμα διαγώνισμα όπου το δεύτερο θέμα να είναι πιο δύσκολο από το τρίτο θέμα. 

Επιπλέον, τελειώνοντας το διαγώνισμα, κάνουμε ένα τελικό έλεγχο και συμπληρώνουμε στα αναπάντητα υποερωτήματα ότι πιθανόν μας δώσει κάποια μόρια, όπως κάποιους τύπους ή κάποια μεθοδολογία ή οτιδήποτε σχετιζόμενο με το συγκεκριμένο υποερώτημα. 

Τέλος οι γραπτές δοκιμασίες είναι και θέμα εμπειρίας, για αυτό καλό θα ήταν ένας μαθητής να γράφει όσα περισσότερα τεστ και διαγωνίσματα μπορεί μέσα στη σεζόν ώστε να καταφέρει να εξοικειωθεί με αυτά. 

Καλή Επιτυχία